(ειδικά αφιερωμένον στον Μάριον, το φέλλου ξενιτεμένο)
Ανάγνωστερς! Δάκρυα
συγκίνησης τρέχουν που την βούκκαν μου, αη χαβ μάστερντ οφτόν κλέφτικον!
Εκαμα λλίην έρευνα
τζιαι ήβρα τον τρόπο!
Θέλεις όμως εναν
πήλενο κουζιν με καππάτζιν, ειδικόν για φούρνο. Εγω εγόρασα έναν που το
ιττερνετ για 30 ευρά τζιαι εύκαλεν με ασπροπρόσωπην! Το πήλενον κουζίν φάνταζουμαι
ότι αντικαθιστά το φουρνίν.
Θέλεις κρέας λοιπόν
αναγιούμενον, κανονικά ρίφιν, αλλά δαμέσα εν ήβρα, οπότε έβαλα αρνί, έναν ώμον
ολόκληρον τον οποίον μου έκοψεν ο κασάπης σε μεγάλα κομμάθκια. Τούτον έκαμα το
κατ’εντολήν του παπά μου που με εδασκέλεψεν να γοράσω «φαούτα». Το αρνί δαμέσα
εν πολλοπαρπατά, τζιαι οι ως επι το πλήστον Τουρκοκασάπηες εν έχουν κάν το ζώον
ούλλον, μόνον κόμμαθκια τύπο ώμος, μερίν τζιαι κοτολέττες.
Καθε φοράν τσακκώνουμε
μαζίν τους γιατι εν συγκεντώννουνται τζιαι κόφκουν μου το κρέας πας την μηχάνη,
πράμαν απαράδεχτον! Ο λόγος είναι ότι εννεν κασάπηες ορίτζιναλ, εν απλά υπάλληλοι.
Τελοσπάντων.
Η παράδοση λαλεί ότι
το οφτόν θέλει μεγάλο ζώο, τουλάχιστον μιου χρονού. Εγω πάλε εν ήβρα. Αμμαν ούλλος
ο ώμος ήταν 1800 γρ. (εν το έβαλα ούλλον, σατσιήν, 2 πλάσματα είμαστεν) ανιτλαμβάννεσαι ότι ήταν μιτσίν το αρνούιν.
Στο θέμαν μας όμως.
Θέλεις κρέας κομμένο,
τσας ελιόλαδο, 2 φύλλα δάφνης τζιαι αλάς.
Θέλεις τζιαι λλίον
αλευρον για το κόλπον.
Εγω έβαλα τζιαι
πατάτες, επειδή είχα Κυρπιακές ποικιλία ανναμπελ τζιαι έθελα όπωσδήποτε να τες
βάλω.
Το δικό μου το
κουζίν θέλει να το φουσκώσεις 10 λεπτά μες σε νερό να ανοιξουν οι πόροι του ημίσιη.
Ετσι έγραφεν το κουτίν του, έτσι έκαμα.
Αλατίζεις καλά το
κρέας τζιαι τες πατάτες τζιαι στρώννεις τα με το κουζίν σου με την δάφνη. Εγω έβαλα
τζιαι τσας ρίγανη.
Μετα πιάννεις λλίον
αλευρι, βλαλλεις λλίον νερόν να γίνει σιυλάριν τζιαι πασαλείφκεις τα σιειλη του
κουζιού.
Κλείεις το πουπάνω
με το στούππωμα τζιαι βάλλεις το στο φούρνο. Ο φούρνος πρέπει ναν κρυός την ώραν
που το βάλλεις, για να μεν τσακρίσει το κουζίν. Αφτέννεις τον στους 200 βαθμούς,
τζιαι μολις πάρει την θερμοκρασίαν του κατεβάζεις τον στους 170 βαθμούς. Αφήννεις
το μες τον φούρνον 3 ώρες, τζιαι παραπάνω αννεν αναγιούμενον το ζώον.
Είπαμεν, θέλει φλάγκαν
αλλά αξίζει τον κόπον, είδικα αμμαν ξέρεις ότι εν θα το έβρεις πουθενά αλλου το
οφτούιν. Στο ενδιάμεσον θωρείς κανέναν έργον, βάφφεις τα νύσια σου (Μάριε,
χοχοχοχοχο) τζιαι κόφκεις τζιαι σαλάταν μουσκομυριστήν, με σέλλενον, ρόκκα
τζιαι κόλλιαντρον.
Αμμαν περάσει η ώρα
φκάλλεις το κουζίν τζιαι προσεκτικά με ενα μασιέρι σπάζεις το ζυμάριν, που
πκιον εγινεν ποξαμάτι, για να αννοιξέις
το κουζίν τζιαι να φυρτείς!
Εγινε "μυαλός" (άττσσσσς) το
κρέας, τζιαι το παράξενον έιναι ότι εκοτσίνισεν τζόλας, παρόλον που ήταν
σφραγισμένον! Βάσικά έκοφκες το με κουτάλιν, τζιαι οι μιλλούες εκατσιουρίσαν! Μέλιν, ότι τζιαι να σου πω εν λλίον! Τζιαι ειδίκα άμμαν ξέρεις ότι
εν έσιει με Κοκο με Παμπο κοντα σου που να το πουλά, ακόμα καλλίττερον.
*επρόσεξες κανένα πάττερν στες συνταγές μου τωρά τελευταία; σάννα τζιαι θέλουν ταπελλούαν "νόστος";